Εκεί όπου η Εθνική Πίστη έγινε συνώνυμη της Θυσίας υπέρ της Πατρίδος,
Εκεί όπου η Θυσία μετατρέπεται σε Αιώνια Προσταγή Αγώνα για Ελευθερία,
Εκεί όπου η Ελευθερία αναδύεται ως Ιδανικό ελληνικό, άφθαρτο και καθάριο στο πέρασμα των αιώνων,
Εκεί όπου οι ορδές των βαρβάρων γονάτισαν μπρος στην Ελληνική Ανδρεία,
Εκεί οι Χρυσαυγίτες θα υψώσουν ξανά τις Γαλανόλευκες και τις Σημαίες με τον Μαίανδρο, για να καταδείξουν στους δειλούς και στους προσκυνημένους του σύγχρονου κόσμου, πως το Θάρρος μένει Άπαρτο και Φρούριο η Τιμή!
Ιερό Πεδίο Θερμοπυλών - Σάββατο 26 Ιουλίου 2014 - Ώρα 20:00
H μάχη των Θερμοπυλών το 480 π.Χ. ...
Η επικρατούσα κατάσταση στην Ελλάδα: Η σύγκληση του Πανελλήνιου Συνεδρίου.
Την άνοιξη του 480 π.Χ. ο περσικός στρατός, από όλα τα μέρη της τεράστιας Περσικής αυτοκρατορίας, συγκεντρώνεται στην Άβυδο, κοντά στον Ελλήσποντο, με σκοπό να επιχειρήσει την δεύτερη επίθεση εναντίον της Ελλάδος. Οι προετοιμασίες των Περσών εκτός από τη συγκέντρωση χερσαίων και ναυτικών δυνάμεων, περιελάμβαναν και παράλληλες διπλωματικές και κατασκοπευτικές κινήσεις, με απώτερο σκοπό τη διάσπαση των Ελληνικών πόλεων και την αποφυγή δημιουργίας ενός Ελληνικού Συνασπισμού, ο οποίος θα μπορούσε να αποτελέσει τροχοπέδη στην επέλαση των περσικών δυνάμεων.Η κατάσταση τότε στην Ελλάδα ήταν αρκετά συγκεχυμένη. Η Πελοποννησιακή Συμμαχία αποτελούσε τη μεγαλύτερη στρατιωτική δύναμη σε χερσαίες δυνάμεις, με αιχμή του δόρατος της τον Σπαρτιατικό στρατό, ο οποίος βρισκόταν στο απόγειο της στρατιωτικής του ωριμότητας και υπεροχής. Απ’ την άλλη πλευρά, στις ναυτικές δυνάμεις πρωτοστατούσαν οι Αθηναίοι, με έναν ικανό και αξιόμαχο στόλο, με πλοία καινούρια και άρτια πολεμική κατάρτιση των πληρωμάτων που τα απάρτιζαν. Ωστόσο, η αντίσταση στη βόρεια και κεντρική Ελλάδα ενάντια στην περσική εισβολή ήταν ουσιαστικά ανύπαρκτη, καθώς πόλεις της Μακεδονίας, της οποίας ένα μεγάλο μέρος ήταν ήδη υποταγμένο στους Πέρσες από την πρώτη τους εκστρατεία, της Θεσσαλίας και της Βοιωτίας δεν διέθεταν την κατάλληλη δυναμική για ένα τέτοιο εγχείρημα. Παράλληλα, η καλοσχεδιασμένη προπαγάνδα του Ξέρξη είχε καταφέρει να επηρεάσει αρνητικά την ψυχολογία όλων των Ελληνικών πόλεων, δημιουργώντας αισθήματα ανασφάλειας και φόβου σε όλους τους Έλληνες.
Οι Αθηναίοι έτρεφαν μια απατηλή αίσθηση ασφάλειας, αγνοώντας τον περσικό κίνδυνο, ενώ ταυτόχρονα είχαν επαναπαυτεί, χάνοντας το προηγούμενο αξιόμαχο του χαρακτήρας τους. Στο μεταξύ οι απροετοίμαστοι Έλληνες είχαν συνταραχτεί από τις περσικές εισβολές σε διάφορες ελληνικές πόλεις, πολλές εκ των οποίων είχαν υποταχτεί ήδη στον εχθρό. Ταυτόχρονα, το μαντείο των Δελφών διέβλεπε μια καθαρή περσική νίκη, μετά την οποία όσοι είχαν βοηθήσει τον Πέρση βασιλιά θα απολάμβαναν και τα ανάλογα προνόμια. Έτσι, οι χρησμοί που δίνονταν στις διάφορες ελληνικές πόλεις, που συνέρεαν στο ιερατείο να ζητήσουν τη γνώμη των θεών, προέβλεπαν πολλά επερχόμενα δεινά, καταρρακώνοντας έτσι το ηθικό τους και τις τελευταίες ελπίδες σωτηρίας. Ήταν γεγονός πως η ψυχολογία όλων των εστιών αντίστασης, που θα μπορούσαν να αντιπαρατεθούν στον περσικό επεκτατισμό, είχε αρχίσει να συνθλίβεται., με αποτέλεσμα πολλές από αυτές να αρνηθούν να συμμαχήσουν είτε από φόβο, είτε από δόλο και ιδιοτέλεια.
Ωστόσο, ο περσικός στρατός είχε ήδη καταφέρει να φτάσει στον Ελλήσποντο, συνεχίζοντας την πορεία του κατά μήκος της Θράκης και φτάνοντας ως τη Θέρμη της Μακεδονίας. Στο ελληνικό στρατόπεδο, οι μόνες ουσιαστικές εστίες αντίστασης, η Αθήνα και η Σπάρτη αποφασίζουν να συγκαλέσουν το 481 π.Χ. Πανελλήνιο Συνέδριο στον Ισθμό της Κορίνθου, εντός ενός κλίματος φόβου, ανασφάλειας, αλλά και ιδιοτέλειας πολλών πόλεων, οι οποίες προσέβλεπαν σε μελλοντική αύξηση της δύναμης και της επιρροής τους, αμέσως μετά την περσική κυριαρχία επί ελληνικού εδάφους. Το μεγαλύτερο μέρος των Θεσσαλικών και των Βοιωτικών πόλεων είτε είχε ήδη μηδίσει, είτε βρισκόταν υπό περσική κατοχή, δίχως να έχει δείξει προηγουμένως σοβαρή αντίσταση στον κατακτητή. Παράλληλα, τραγική ήταν και η στάση του Άργους, το οποίο κατάφερε να διατηρήσει ουδέτερη στάση προβάλλοντας παράλογες απαιτήσεις στο συνέδριο του Ισθμού, καθώς επίσης και της Κρήτης, της Κέρκυρας και των ελληνικών πόλεων της Μεγάλης Ελλάδας, οι οποίες κυρίως λόγω προσωπικών συμφερόντων παρέμειναν εκτός του Ελληνικού Συνασπισμού.
Το Πανελλήνιο Συνέδριο, μέσα σε αυτό το ζοφερό περιβάλλον, αποφασίζει με τη σύμφωνη γνώμη όλων των ελληνικών πόλεων που μετέχουν στο Συνασπισμό, αντίσταση μέχρι εσχάτων, με όσες δυνάμεις διέθεταν. Επιπλέον, αποφασίζεται από κοινού η αρχιστρατηγία των στρατιωτικών δυνάμεων του Συνασπισμού να ανατεθεί στους Σπαρτιάτες, αναγνωρίζοντας έτσι, ακόμα και οι ίδιοι οι Αθηναίοι, την υπεροχή της Πελοποννησιακής Συμμαχίας σε χερσαίες δυνάμεις, αλλά και το υψηλό επίπεδο εκπαίδευσης και στρατηγικής του Σπαρτιατικού στρατού, ο οποίος δικαίως θεωρούνταν ο καλύτερος στρατιωτικός μηχανισμός σε ολόκληρο τον Ελληνικό χώρο. Αρχιστράτηγος του Ελληνικού στρατού ορίζεται ο Βασιλιάς της Σπάρτης, Λεωνίδας.
Ο Πέρσης βασιλιάς συνταράσσεται από το πρωτόγνωρο Σπαρτιατικό ήθος.
Ως αρχική τοποθεσία της πολεμικής αναμέτρησης είχαν οριστεί τα Τέμπη, καθώς οι περσικές ορδές κατευθύνονταν ταχύτατα προς το νότο. Ωστόσο, το σχέδιο εγκαταλείπεται γρήγορα, δεδομένου ότι η μορφολογία του εδάφους και η αριθμητική υπεροχή των περσικών δυνάμεων θα είχαν καταστροφικές συνέπειες για τις ελληνικές δυνάμεις. Έτσι, ο Ελληνικός Συνασπισμός αποφασίζει να αμυνθεί στην περιοχή των στενών των Θερμοπυλών, καθώς αποτελούσε το μοναδικό πέρασμα που συνέδεε τη νότια με την κεντρική Ελλάδα, ενώ ο Ξέρξης ήταν προφανές ότι θα περνούσε αναγκαστικά από εκεί προς την καθοδική πορεία του στο νότο. Απ’ την άλλη πλευρά, η τοποθεσία ήταν ιδανική, καθώς κρίθηκε η καλύτερη επιλογή αντίστασης για έναν μικρό αριθμητικά στρατό όπως ο Ελληνικός, ο οποίος είχε τη δυνατότητα να εκμεταλλευτεί σωστά τη μορφολογία του εδάφους. Το Ελληνικό στράτευμα αριθμούσε περίπου 7.000 άνδρες συνολικά, ενώ ο περσικός περίπου 1.700.000 άνδρες. Ο Λεωνίδας, ωστόσο, είχε αποστείλει εξ’ αρχής 1.000 Φωκείς να φυλάγουν την ατραπό που οδηγούσε πίσω από το σημείο που οι ελληνικές δυνάμεις είχαν στρατοπεδεύσει, στα στενά των Θερμοπυλών. Η πραγματικά επίλεκτη δύναμη ήταν αυτή των Τριακοσίων Σπαρτιατών, οι οποίοι αποτελούσαν την αιχμή του δόρατος των ελληνικών δυνάμεων. Αποτελούνταν από τους καλύτερους πολεμιστές του Σπαρτιατικού στρατού που είχαν επιλεχτεί από τον ίδιο το Λεωνίδα με αυστηρά κριτήρια: την ανδρεία τους, τη δυνατότητα να μπορούν να εκστρατεύσουν παντού και να έχουν διάδοχο αρσενικού γένους.
Μόνο όταν ο περσικός στρατός στρατοπέδευσε μπροστά από τις Θερμοπύλες φάνηκε η τεράστια αριθμητική υπεροχή του εχθρού, γεγονός που δεν άφηνε πολλά περιθώρια για μια νικηφόρα έκβαση της μάχης. Ωστόσο, ο Ξέρξης δεν επιτέθηκε αμέσως, διατάσσοντας τα στρατεύματα του να παραμείνουν ακίνητα για τέσσερις ημέρες, θεωρώντας ότι οι Έλληνες μπροστά στη θέα του υπεράριθμου στρατού του θα εκφοβίζονταν και θα οπισθοχωρούσαν, αφήνοντας ελεύθερα τα στενά. Στο διάστημα αυτό παρατηρούσε τις κινήσεις των Ελλήνων και ειδικότερα των Λακεδαιμονίων, που βρίσκονταν παρατεταγμένοι ακριβώς μπροστά από την είσοδο των στενών, προκαλώντας του απορία οι «παράξενες» συνήθειες τους. Έτσι, απευθύνθηκε στον Δημάρατο, που ήταν εξόριστος βασιλιάς της Σπάρτης ο οποίος είχε καταφύγει στην περσική αυλή, αποστέλλοντας τον να δει ποιοι ήταν αυτοί και τι έκαναν. Οι Σπαρτιάτες γυμνάζονταν και χτενίζονταν, σαν να μην υπολόγιζαν καθόλου το γεγονός ότι βρίσκονταν σε μια πολεμική επιχείρηση, σαν να ακολουθούσαν ένα καθημερινό πρόγραμμα του δημόσιου σπαρτιατικού βίου. Ο Δημάρατος απευθύνθηκε στον Ξέρξη εξηγώντας του ότι οι Σπαρτιάτες βρίσκονταν εκεί για να πολεμήσουν και αν χρειαστεί να πεθάνουν, αρκεί να τον εμποδίσουν να περάσει από τα στενά. Του είπε, ακόμα, ότι περιποιούνται την κόμη τους όταν νιώθουν ότι κινδυνεύει η ζωή τους, και του εξήγησε ότι μπροστά του δεν έχει κάποιους απλούς οπλίτες, αλλά τους καλύτερους των Ελλήνων και τους πιο γενναίους.
Στα αυτιά του Ξέρξη, όμως, αυτά ακούγονταν πολύ παράξενα και πρωτόγνωρα, αφού δεν μπορούσε να καταλάβει πως μια τόσο μικρή δύναμη θα αποφάσιζε τελικά να αναμετρηθεί με την πολυάριθμη πολεμική του μηχανή. Τα λόγια του Δημάρατου, όμως, άρχισαν να τον προβληματίζουν μετά την πάροδο και της τέταρτης μέρας, καθώς καμιά κίνηση για συνθηκολόγηση ή υποχώρηση δεν φαινόταν από την Ελληνική πλευρά. Ο Ξέρξης τότε αποφάσισε να στείλει στον Λεωνίδα απεσταλμένους, με τους οποίους του ζητούσε την προσχώρηση του στο περσικό στρατόπεδο, δίνοντας του σαν αντάλλαγμα την ηγεμονία μιας χώρας μεγαλύτερης από την τότε Ελλάδα, ενός μεγάλου δηλαδή κομματιού της Περσικής αυτοκρατορίας. Ο Λεωνίδας τότε, σύμφωνα με τον Πλούταρχο, αποκρίθηκε: «Αν μπορούσες να καταλάβεις το τι είναι καλό στην ζωή, δεν θα επιθυμούσες ξένα πράγματα. Για μένα είναι καλύτερο να πεθάνω για την Ελλάδα, παρά να είμαι μονάρχης στους ομοφύλους μου. Όσο για την χώρα που υπόσχεσαι να μας δώσεις, και θα είναι μεγαλύτερη από την σημερινή Ελλάδα, πρέπει να ξέρεις ότι οι Έλληνες έμαθαν από τους πατέρες τους, να αποκτούν εδάφη με την ανδρεία, και όχι με την δειλία». Ανάλογη ήταν και η δεύτερη απάντηση του ηρωικού βασιλιά πριν από την μεγάλη επίθεση, όταν ο Ξέρξης του ζήτησε να παραδώσει τα όπλα. Το ιστορικό «ΜΟΛΩΝ ΛΑΒΕ» του Λεωνίδα προς τον αλαζόνα Πέρση βασιλιά έμεινε στην ιστορία, παραδειγματίζοντας και εμψυχώνοντας δεκάδες γενιές Ελλήνων.
Η «τρέλα» και η «αναίδεια» των Ελλήνων εξοργίζουν τον Πέρση βασιλιά: Οι Αθάνατοι επιστρατεύονται.
Την πέμπτη μέρα από την άφιξη των Περσών στην Τραχίνα, ο Ξέρξης δίνει εντολή επίθεσης, θυμωμένος και εξαγριωμένος με την «τρέλα» και την «αναίδεια» των Ελλήνων. Το πολυάριθμο πλήθος των Μήδων εξορμά εναντίον των ελληνικών θέσεων. Οι Μήδοι αυτοί, που επέλεξε ο Ξέρξης να επιτεθούν πρώτοι, διακρίνονταν για την γενναιότητα τους, ανάμεσα σε όλες τις άλλες φυλές που τον ακολουθούσαν υποχρεωτικά, εντός των εκστρατευτικών στρατιωτικών τμημάτων. Η επίθεση τους καταιγιστική και η γενναιότητα τους αξιοθαύμαστη, όμως η στρατιωτική υπεροχή των Ελλήνων δεν άργησε να φανεί, όταν οι ορδές των Περσών άρχισαν να κατασφάζονται εντός των στενών. Τις μεγαλύτερες απώλειες τις υπέστησαν από τους Σπαρτιάτες, οι οποίοι βρίσκονταν στην πρώτη γραμμή αμύνης, στέκοντας αγέρωχοι και πειθαρχημένοι, με βήμα σταθερό, μπροστά στον υπεράριθμο εχθρό. Εκείνη τη στιγμή ήταν που, για πρώτη φορά, οι Πέρσες γνώρισαν την περίφημη, αλλά θανατηφόρα Ελληνική Φάλαγγα. Και ενώ οι απείθαρχοι Μήδοι γεύονταν τα δόρατα των Ελλήνων, ο Ξέρξης έστελνε και άλλα βαρβαρικά στίφη, των οποίων η κάθε προσπάθεια να δημιουργήσουν ρήξη στη σιδηρόφρακτη φάλαγγα έπεφτε στο κενό. Οι Σπαρτιάτες τους θέριζαν κυριολεκτικά, ενώ εκείνοι προσπαθούσαν να σωθούν ανάμεσα στους σωρούς των συντρόφων τους που κείτονταν αιμόφυρτοι και νεκροί στο πεδίο της μάχης.Οι ελληνικές δυνάμεις είχαν δημιουργήσει με τις ασπίδες τους ένα αδιαπέραστο τείχος κάλυψης, που τους επέτρεπε να επιφέρουν καταστροφικά χτυπήματα στον εχθρό, με μηδαμινές απώλειες. Οι Πέρσες έπειτα από πολύωρες μάχες και με βαρύτατες απώλειες, αναγκάζονται να οπισθοχωρήσουν. Ο Ξέρξης παρακολουθούσε έκπληκτος την έκβαση της μάχης. Έβλεπε το μεγαλείο των ελληνικών στρατευμάτων να ξεδιπλώνεται μπροστά του και τον στρατό του να δέχεται αλλεπάλληλες σφαγές. Έτσι, αποφασίζει να αποστείλει 10.000 Αθανάτους, τους καλύτερους μαχητές της Ασίας, των οποίων η επίθεση ήταν σφοδρή. Ωστόσο, παρά το υψηλό τους φρόνημα, δεν καταφέρνουν τίποτα περισσότερο από τους Μήδους. Η εμπροσθοφυλακή τους δέχεται ένα ακόμα βαρύ πλήγμα, καθώς ο πολεμικός τους εξοπλισμός ήταν κατώτερος των Ελλήνων μαχητών και τα δόρατα τους κοντύτερα. Ταυτόχρονα, η εκπαίδευση τους στην μάχη, που κατά κύριο λόγω αφορούσε την επίθεση και άμυνα σε ανοικτό χώρο, αποτέλεσε πλεονέκτημα που εκμεταλλεύτηκαν οι ελληνικές δυνάμεις. Έτσι, οι Σπαρτιάτες, λόγω της μεγαλύτερης, αριθμητικά, υπεροχής των Αθανάτων σε σχέση με τους Μήδους, χρησιμοποιούν την προχωρημένη στρατηγική τους, με στόχο να παρασύρουν όλο και περισσότερους εντός των στενών, και στη συνέχεια να τους αφανίσουν. Χρησιμοποιούν την λεγόμενη αμυντικό-επιθετική τακτική, της οποίας το αποτέλεσμα εξαρτάται αποκλειστικά από την σωστή συνοχή της οπλιτικής φάλαγγας. Οι Σπαρτιάτες, υπό τις διαταγές του Λεωνίδα, επιτίθενται αρχικά στους Πέρσες ως την είσοδο των στενών. Στη συνέχεια υποχωρούν με τάξη προς το εσωτερικό των στενών, χωρίς να χάσουν την πυκνή συνοχή της φάλαγγας, δίνοντας την ψευδή εντύπωση στους Πέρσες ότι δεν αντέχουν την πίεση των αντιπάλων. Οι Αθάνατοι, τότε, ορμούν εναντίον τους για να τους καταδιώξουν προς το εσωτερικό των στενών. Εισχωρούν σαν άβουλη μάζα και ενώ προσπαθούν να αναπτυχθούν, χάνουν τη συνοχή τους.
Οι στιγμές είναι κρίσιμες. Η διάσπαση της Σπαρτιατικής φάλαγγας κατά την διάρκεια της τακτικής υποχώρησης θα σήμαινε καταστροφή. Η άριστη, όμως, εκπαίδευση των Σπαρτιατών δεν επιτρέπει και δεν δικαιολογεί τέτοιου είδους λάθη. Η οπλιτική Σπαρτιατική φάλαγγα τακτικά υποχωρούμενη, αφού συμπαρασύρει στο εσωτερικό των στενών μεγάλο αριθμό Αθανάτων, οι οποίοι τρέχουν αλαλάζοντας να την καταδιώξουν, με διαταγή του Λεωνίδα και κάνοντας μια ξαφνική κίνηση προς τα εμπρός, βρίσκεται ξαφνικά στην επίθεση. Η διατήρηση της συνοχής της, μαζί με την άριστη εκπαίδευση των Σπαρτιατών, μετατρέπει ξαφνικά την φάλαγγα σε ένα αδιαπέραστο θανατηφόρο τείχος, το οποίο αρχίζει να κατασφάζει το άτακτο πλήθος των Αθανάτων, οι οποίοι βρίσκονται ξαφνικά από επιτιθέμενοι, αμυνόμενοι. Η μάχη κρατά μέχρι το βράδυ λόγω του μεγάλου πλήθους των περσικών δυνάμεων που αντεπιτίθενται συνεχώς εναντίον των Ελλήνων. Τις βραδινές ώρες οι Αθάνατοι, έχοντας βαρύτατες απώλειες από το πεδίο της μάχης, αποσύρουν τις δυνάμεις τους υπό το μένος του Πέρση βασιλιά.
Τα ξημερώματα της επόμενης ημέρας, θεωρώντας ο Ξέρξης ότι ο αντίπαλος είναι βαθύτατα εξαντλημένος και τραυματισμένος, εξαπολύει νέα, ταχεία και ορμητική επίθεση, με τα πιο ξεκούραστα τμήματα του στρατεύματος του, ελπίζοντας ότι οι Έλληνες μαχητές δεν θα μπορούσα να αντιτάξουν μια άμυνα παρόμοιας υπεροχής. Από την άλλη πλευρά, οι Ελληνικές δυνάμεις παρατάσσονται σε γραμμές κατά πόλεις, έτσι ώστε να είναι δυνατή η εναλλαγή των μαχόμενων δυνάμεων, και κατά περιόδους να μπορούν να ξεκουράζονται. Η επίθεση, όμως, των Περσών είναι τόσο σφοδρή και ο αριθμός τους τόσο μεγάλος, που οι Έλληνες δεν έχουν την δυνατότητα να ξεκουραστούν ούτε λεπτό. Μαχόμενοι, όμως, ηρωικά καταφέρνουν και πάλι να προξενήσουν τεράστιες απώλειες στους Βαρβάρους. Πολλοί Πέρσες βλέποντας την ορμητικότητα και την γενναιότητα των Ελλήνων προσπαθούν να οπισθοχωρήσουν, όμως οι διαταγές του Ξέρξη είναι σαφείς. Τα νέα τμήματα που αναπληρώνουν αυτά που ήδη μάχονται, όταν παρατηρήσουν κινήσεις οπισθοχώρησης από κάποιους οπλίτες, έχουν διαταγή να τους κατασφάζουν, έτσι ώστε να μην υπάρχει καμία δυνατότητα υποχώρησης από το πεδίο της μάχης χωρίς διαταγή του Ξέρξη.
Η προδοσία του Εφιάλτη προκαθορίζει την έκβαση της μάχης.
Η άρνηση του Ξέρξη να διατάξει υποχώρηση παρά τις αλλεπάλληλες πανωλεθρίες του, οφειλόταν στο γεγονός ότι ένα τέτοιο συμβάν θα δήλωνε την αδυναμία του Πέρση βασιλιά, όχι μόνο στους Έλληνες αντιπάλους τους, αλλά και στους πολλούς και διαφορετικούς λαούς που τον ακολουθούσαν με τη βία στην εκστρατεία αυτή, οι περισσότεροι εκ των οποίων ήταν κατακτημένοι. Ωστόσο, τους προβληματισμούς και την αμηχανία του Ξέρξη ήρθε να καθησυχάσει ένας απρόσμενος επισκέπτης, ένας κάτοικος της περιοχής. Ο Εφιάλτης από την Αντίκυρα της Μαλίδας. Του εξήγησε ότι ήταν πολύ καλός γνώστης της περιοχής εκείνης, αποκαλύπτοντας του την ύπαρξη μιας δύσβατης και στενής διάβασης, της Ανοπαίας ατραπούς, η οποία ξεκινούσε από τον Ασωπό ποταμό και κατέληγε σε πολύ μικρή απόσταση από τα νώτα των Ελληνικών δυνάμεων.Την επίβλεψη αυτής της μυστικής διάβασης είχαν αναλάβει για όσο θα διαρκούσε η μάχη, περίπου 1.000 Φωκείς τους οποίους είχε στείλει εξ’ αρχής εκεί ο Λεωνίδας. Ο Ξέρξης, ενθουσιασμένος από τα λόγια του Εφιάλτη, διατάζει αμέσως μια ισχυρή περσική δύναμη 20.000 ανδρών υπό τον αρχηγό των Αθανάτων Υρδάνη, να διασχίσει με την βοήθεια του Εφιάλτη αυτό το μονοπάτι και να βρεθεί στα νώτα των Ελληνικών δυνάμεων. Το σκοτάδι πέφτει και οι Πέρσες ξεκινούν, διασχίζοντας την Ανοπαία ατραπό. Το ξημέρωμα, φτάνουν μπροστά στις δυνάμεις των Φωκέων. Οι Φωκείς, όμως, οι οποίοι δεν ανέμεναν επίθεση των Περσών μέσω της Ανοπαίας ατραπού, δεν ήταν σε απόλυτη ετοιμότητα. Παρόλα αυτά, μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα κατάφεραν να παρατάξουν τις δυνάμεις τους σε θέση άμυνας, αποφασισμένοι να πεθάνουν, αρκεί να εμποδίσουν τις Περσικές δυνάμεις να περάσουν από την διάβαση. Ο Υρδάνης, ωστόσο, ανέμενε ότι το μονοπάτι θα φυλασσόταν, φοβούμενος μήπως βρίσκονταν εκεί δυνάμεις των Λακεδαιμονίων, οι οποίοι θα αντιτάσσονταν με την ίδια γενναιότητα, ανάλογης που είχαν επιδείξει τις προηγούμενες μέρες στα στενά. Τότε ο Εφιάλτης του αποκάλυψε ότι πρόκειται για δυνάμεις των Φωκέων, με αποτέλεσμα ο Υρδάνης να αποφασίσει να τους αντιμετωπίσει κατευθείαν. Ένα σύννεφο βελών από τον Πέρση εχθρό αναγκάζει τους Φωκείς να υποχωρήσουν προς ένα ψηλότερο σημείο του όρους, αφήνοντας την Ανοπαία ατραπό, ουσιαστικά, αφύλακτη. Αμέσως καταλαμβάνεται από τους Πέρσες, οι οποίοι αρχίζουν να πλησιάζουν ανενόχλητοι προς τα νώτα των Ελληνικών δυνάμεων.
Ωστόσο, στο ελληνικό στρατόπεδο ο πρώτος που αντιλαμβάνεται την κρισιμότητα της κατάστασης και των επερχόμενων δεινών είναι ο μάντης Μεγιστίας, αφού εξετάζοντας τα σπλάχνα των θυσιασμένων ζώων, ανακοινώνει δυσοίωνες προβλέψεις για τους ηρωικούς υπερασπιστές των στενών. Αμέσως επιβεβαιώνεται, καθώς οι ημεροσκόποι αντιλαμβάνονται την κατάληψη της Ανοπαίας ατραπούς από τον εχθρό. Η είδηση προκαλεί τρομερή σύγχυση στο ελληνικό στρατόπεδο, ενώ ο βασιλιάς Λεωνίδας συγκαλεί πολεμικό συμβούλιο, στο οποίο λαμβάνουν μέρος οι αρχηγοί των δυνάμεων από όλες τις ελληνικές πόλεις που λαμβάνουν μέρος στην πολεμική επιχείρηση. Στο συμβούλιο διατυπώθηκαν διάφορες απόψεις, ωστόσο δυο ήταν οι επικρατέστερες. Η μια ήταν η άποψη του Λεωνίδα για αντίσταση μέχρις εσχάτων στα στενά, δεδομένου ότι η εγκατάλειψή τους θα άφηνε στο έλεος του εχθρού όλη την περιοχή μέχρι τον Ισθμό, και η άλλη ήταν η άποψη των περισσότερων από τις λοιπές ελληνικές πόλεις, που θεωρούσαν ότι η παραμονή στα στενά θα ήταν άσκοπη, αφού η έκβαση της μάχης ουσιαστικά είχε κριθεί μετά την κυκλωτική κίνηση των Περσικών δυνάμεων. Εξάλλου, δυνάμεις από μερικές ελληνικές πόλεις είχαν αρχίσει ήδη να αποχωρούν από τα στενά πριν την λήξη του πολεμικού συμβουλίου. Ο Λεωνίδας, αν και αρχιστράτηγος του Ελληνικού Συνασπισμού, δεν μπορούσε να επιβάλλει την άποψη του σε όλες τις Ελληνικές πόλεις, οι οποίες ήδη είχαν το ηθικό τους καταρρακωμένο, και τους επιτρέπει να αποχωρήσουν.
Το τέλος της επικής πολεμικής αναμέτρησης: Όταν ο Λεωνίδας και η βασιλική φρουρά του πέρασαν στο πάνθεον των ηρώων.
Τώρα πια, στα στενά των Θερμοπυλών παραμένει η βασιλική σπαρτιατική φρουρά των Τριακοσίων, για τους οποίους δεν τέθηκε ποτέ θέμα αποχώρησης από την μάχη. Τέτοιου είδους σκέψεις ήταν ξένες στον Σπαρτιατικό λαό, ο οποίος ήταν γαλουχημένος να αγαπά και να υπερασπίζεται μέχρις εσχάτων την πατρίδα του, να επιδεικνύει γενναιότητα σε κάθε του πράξη και να αψηφά το θάνατο εμπρός στο ιερό του καθήκον και την ελευθερία του. Μαζί τους έμειναν να πολεμήσουν και οι Θεσπιείς με δύναμη 700 ανδρών, καθώς και οι Θηβαίοι.Το ξημέρωμα της τρίτης ημέρας ο Ξέρξης, αφού προσέφερε θυσίες στους θεούς, ετοιμάστηκε για την καθοριστική μάχη, κατά την οποία θα κρινόταν και η τύχη των στενών. Η επίθεση άρχισε νωρίς το πρωί, έτσι ώστε η δύναμη των Αθανάτων να έχει προλάβει να φτάσει στα στενά μέσω της Ανοπαίας Οδού και να περικυκλώσει τους ηρωικούς υπερασπιστές τους. Οι Ελληνικές δυνάμεις, όμως, δεν επιλέγουν να παραμείνουν στα στενότερα σημεία των στενών, αλλά αποφασίζουν να αναμετρηθούν με τα στίφη των βαρβάρων σε σημείο πιο ανοικτό και σε διάταξη συμπαγούς φάλαγγας και όχι διαδοχικών σχηματισμών. Η επιλογή του ανοικτού αυτού σημείου, στο οποίο ποτέ πριν οι Ελληνικές δυνάμεις δεν είχαν αναμετρηθεί, αλλά και η διάταξή τους σε συμπαγή οπλιτική φάλαγγα δείχνει καθαρά ότι γνώριζαν με σιγουριά την έκβαση της μάχης και ήταν αποφασισμένοι να πεθάνουν ηρωικά, περνώντας όμως μαζί τους όσους περισσότερους βαρβάρους μπορούσαν.
Η επίθεση των Περσών είναι καταιγιστική, καθώς ένα πολυάριθμο κύμα βαρβάρων ξεχύνεται με μανία στα στενά και ορμά εναντίον των ανδρείων Ελλήνων μαχητών. Πίσω από τον ανθρώπινο βαρβαρικό όχλο, κατά διαταγή του Ξέρξη, οι επικεφαλείς των τμημάτων ακολουθούν κρατώντας μεγάλα μαστίγια, ενώ χτυπούν με μανία τους οπλίτες, ωθώντας τους προς το εσωτερικό των στενών. Από την άλλη πλευρά οι Έλληνες δεν αρκούνται μόνο στην απόκρουση των επιθέσεων, αλλά επιτίθενται και αυτοί με ορμή διατηρώντας την συνοχή της οπλιτικής φάλαγγας. Οι ορδές, όμως, των Περσών είναι αμέτρητες. Κάθε βάρβαρος που σκοτώνεται αναπληρώνεται αμέσως. Οι Έλληνες μαχητές πολεμούν με απαράμιλλο θάρρος και γενναιότητα, πέφτοντας ηρωικά ο ένας μετά τον άλλο, χωρίς όμως να εγκαταλείπουν τις θέσεις τους. Τα δόρατα των περισσότερων έχουν σπάσει και αναγκάζονται να πολεμούν τους βαρβάρους με τα ξίφη τους. Κάποια στιγμή πάνω στη σφοδρή μάχη πέφτει ηρωικά ο Λεωνίδας από αλλεπάλληλα εχθρικά χτυπήματα. Μια άγρια και φονική μάχη ξεσπάει γύρω από το άψυχο σώμα του, καθώς οι Πέρσες προσπαθώντας να το αποσπάσουν αντιμετωπίζουν την πεισματώδη αντίσταση των Λακεδαιμονίων, που βλέπουν τον Βασιλιά τους να κείτεται νεκρός στο πεδίο της μάχης. Τέσσερις φορές οι Λακεδαιμόνιοι καταφέρνουν να τρέψουν σε φυγή τους βαρβάρους πολεμώντας με απίστευτη γενναιότητα, και καταφέρνουν να σύρουν τελικά το άψυχο σώμα του Λεωνίδα προς το μέρος τους.
Την ίδια στιγμή το στράτευμα των Αθανάτων πλησιάζει προς το πεδίο της μάχης, αναγκάζοντας τους ηρωικά μαχόμενους υπερασπιστές των στενών να υποχωρήσουν προς το στενότερο μέρος της διάβασης, πάνω σε ένα μικρό λοφίσκο. Οι περσικές δυνάμεις τους περικυκλώνουν από όλα τα σημεία, αλλά ακόμα και τότε, βλέποντας τους ολιγάριθμους και τραυματισμένους, χωρίς τον πλήρη οπλισμό τους, δεν τολμούν να πλησιάσουν τους καλύτερους των Ελλήνων πολεμιστών. Ακόμα και οι επίλεκτες δυνάμεις των Αθανάτων τρέμουν στην ιδέα της αναμέτρησης με τους ηρωικούς Σπαρτιάτες. Έτσι, οι περσικές δυνάμεις έχοντας πλέον περικυκλώσει τους ηρωικούς πολεμιστές από παντού, εξαπολύουν εναντίον τους μια βροχή από βέλη και ακόντια αποδεκατίζοντας τους, χωρίς τον κίνδυνο απωλειών από μέρους τους.
Οι Σπαρτιάτες πολεμιστές πέφτουν ηρωικά μέχρι ενός. Και όπως τα λόγια του ποιητή Σιμωνίδη δοξάζουν την αυτοθυσία τους: «Πεθαίνουν παραμένοντας αθάνατοι, αφού η αρετή δοξάζοντας τους, θα τους ανεβάζει πάνω από του Άδη τα παλάτια». Στη συνέχεια ο Πέρσης βασιλιάς αναζήτησε στο πεδίο της μάχης το άψυχο σώμα του Λεωνίδα, και όταν το βρήκε, διέταξε να του κόψουν το κεφάλι και να το καρφώσουν σε έναν πάσσαλο, δείχνοντας έτσι τον θυμό και το μίσος του, για αυτούς τους ανθρώπους που είχαν αμφισβητήσει όσο κανένας άλλος την δύναμή του.
Το πέρασμα των περσικών ορδών από τις Θερμοπύλες μπορεί τελικά να μην αποτράπηκε, ωστόσο η θυσία των ανδρείων και ένδοξων υπερασπιστών τους συνέβαλε αποφασιστικά στην τελική νίκη της Ελλάδας ενάντια στον Ασιατικό επεκτατισμό. Από τότε παραμένουν αιώνιο σύμβολο γενναιότητας, φιλοπατρίας και απαράμιλλου ηρωισμού.
Αντεπίθεση
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου